Ἀτθίδα

Ἀτθίδα
Ἀτθίς
Attic
fem acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Ατθίδα — η Αθηναία γυναίκα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ἀτθίδ' — Ἀτθίδα , Ἀτθίς Attic fem acc sg Ἀτθίδι , Ἀτθίς Attic fem dat sg Ἀτθίδε , Ἀτθίς Attic fem nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κραναός — Μυθολογικό πρόσωπο. Βασιλιάς της Αττικής, διάδοχος του Κέκροπα. Σύζυγός του ήταν η Πεδιάς με την οποία απέκτησε την Κρανάη, την Κραναίχμη και την Ατθίδα. Προς τιμήν της τελευταίας, μετά τον θάνατό της, ονόμασε τη χώρα του Ατθίδα ή Αττική. Σύμφωνα …   Dictionary of Greek

  • Filócoro — Saltar a navegación, búsqueda Filócoro (Philochorus, Philókhoros Φιλόχορος) de Atenas (circa 340–267/261 a. C.)[1] escritor ateniense, contemporáneo de Eratóstenes, autor de obras sobre leyendas antiguas e historias de la Antigua Grecia …   Wikipedia Español

  • Ατθίς — Μυθολογικό πρόσωπο. Κόρη του Κραναού, βασιλιά της Αθήνας, που πέθανε παρθένα και έδωσε το όνομά της στην Ατθίδα ή Αττική χώρα. Άλλη εκδοχή αναφέρει πως η Α. έκανε με τον Ήφαιστο έναν γιο, τον Εριχθόνιο, που ξαναπήρε τον θρόνο της Αθήνας,… …   Dictionary of Greek

  • πεδιάς — Μυθολογικό πρόσωπο, κόρη του Μήνητα από τη Λακεδαίμονα και σύζυγος του βασιλιά της Αττικής Κραναού, από τον οποίο γέννησε την Κρανάη, την Κραναίχμη και την Ατθίδα. * * * άδος, ή, ΜΑ βλ. πεδιάδα …   Dictionary of Greek

  • αλκυών ή αλκηδών — Πουλί της τάξης των κορακομόρφων της οικογένειας των αλκυονιδών ή αλκηδονιδών. Το πιο γνωστό είδος στην Ευρώπη εμφανίζεται με δυο ποικιλίες, την α. την ατθίδα και την α. τη δασεία. Η δεύτερη ζει και στην Ελλάδα και είναι γνωστή με τα κοινά… …   Dictionary of Greek

  • Αμελησαγόρας — (4ος αι. π.Χ.).Χαλκηδόνιος ιστοριογράφος, κανένα έργο του οποίου δεν έχει σωθεί. Ο Αντίγονος ο Καρύστιος γράφει ότι o Α. έγραψε την Ατθίδα, αλλά κατά τις γνώμες νεότερων, πρόκειται για έργο άγνωστου συγγραφέα που χρησιμοποίησε το όνομα Α. ως… …   Dictionary of Greek

  • Ανδροτίων — (τέλη 5ου αι. – 4ος αι. π.Χ.). Αθηναίος ρήτορας και πολιτικός. Γόνος αριστοκρατικής οικογένειας και μαθητής του Ισοκράτη, αναμείχθηκε στην πολιτική σε μία περίοδο πολύ ταραγμένη και ήρθε σε αντίθεση με τον Δημοσθένη, ο οποίος έγραψε λόγο Κατά… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”